Star Wars: The Clone Wars | Πως να κάνεις σωστά τα prequels

Μένουν ακόμα ελάχιστες μέρες πριν από την πρεμιέρα του The Last Jedi και το ίντερνετ έχει για ακόμη μια φορά πλημμυρίσει με οτιδήποτε έχει να κάνει με Star Wars. Επειδή λοιπόν μοιραζόμαστε τον ενθουσιασμό, αλλά δεν θέλουμε να γράψουμε ακόμα ένα ανούσιο άρθρο με προβλέψεις που θα διαψευστούν σύντομα, αποφασίσαμε να αναφερθούμε σε ένα από τα καλύτερα και πιο εγκληματικά παραμελημένα κομμάτια του franchise. Την σειρά Star Wars: The Clone Wars. Όπως φανερώνει και το όνομα της, η σειρά, μέσα σε έξι κύκλους, εξιστορεί τα γεγονότα των Clone Wars, γεμίζοντας το χρονικό κενό ανάμεσα στο Attack of the Clones και το Revenge of the Sith. Σε αυτό το σημείο, αν δεν είστε φαν των prequels, μπορεί να αμφιβάλλετε για την ποιότητα της σειράς, μια ανησυχία που συμμερίζομαι απόλυτα. Πιστέψτε με όμως όταν σας λέω ότι πρόκειται για ένα εξαιρετικό καρτούν, το οποίο καταφέρνει να διορθώσει σχεδόν όλα τα θεμελιώδη προβλήματα με τα prequels.

Θεωρώ ότι ακόμα και ο πιο σκληροπυρηνικός υποστηρικτής των prequels μπορεί να παραδεχθεί ότι οι ταινίες του Lucas υποφέρουν από κάποια ελαττώματα, τα οποία τις αποτρέπουν απ’ το να πλησιάσουν τις πραγματικές τους δυνατότητες. Θεωρώ ότι την μεγαλύτερη ευθύνη σε όλα αυτά φέρει ο ίδιος ο George Lucas. Ο διάσημος σκηνοθέτης έχει συχνά ιδιοφυείς ιδέες, χωρίς όμως να είναι εξίσου ικανός στο να τις μετουσιώσει σε μια ιστορία. Οι διάλογοι του είναι υπερβολικά μελοδραματικοί, ενώ είναι διαβόητα κακός σκηνοθέτης ηθοποιών. Επιπροσθέτως την εποχή όπου γύρισε τα prequel, φαίνεται να ήταν πιο επικεντρωμένος στο να προωθήσει νέες τεχνολογίες, παρά να αφηγηθεί μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Ας εξετάσουμε λοιπόν πως μια σειρά 3D κινουμένων σχεδίων καταφέρνει να διαχειριστεί τα κόνσεπτ των prequels πολύ πιο αποτελεσματικά από αυτά.

Η πρώτη διαφορά που παρατηρεί κανείς προέρχεται από την ίδια τη φύση του animation. Όταν πρόκειται για κινούμενα σχέδια, δεν υπάρχουν όρια στα πράγματα που μπορείς να κάνεις. Αν μπορείς να σχεδιάσεις κάτι αποτελεσματικά, τότε το κοινό σου δεν θα δυσκολευτεί να πιστέψει ότι ανήκει στο σύμπαν που έχεις δημιουργήσει. Το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί για τα CGI και στις live action ταινίες, ειδικά όταν χρησιμοποιούνται τόσο αλόγιστα όσο στα prequels. Ανεξάρτητα όμως από την υπέρμετρη χρήση τους, τα γραφικά είναι πλέον αρκετά ξεπερασμένα, κάνοντας την παρουσία τους ακόμα πιο ενοχλητικά προφανή και βλάπτοντας σημαντικά την εμπειρία. Η εμμονή του Lucas με τα γραφικά υποβάθμισε ένα μέχρι πρότινος προσγειωμένο και γεμάτο ζωντάνια σύμπαν, σε μια εντελώς αποστειρωμένη, τεχνητή εμπειρία. Φυσικά αυτό το πρόβλημα είναι ως μη γενόμενο σε μια εξ’ ολοκλήρου CGI σειρά, όπου κανένα στοιχείο δεν φαίνεται να μην ανήκει στο περιβάλλον του. Ειδική μνεία αξίζει στο υπέροχο animation, το οποίο δημιουργεί κάποιες εντυπωσιακές κινηματογραφικές εικόνες. Εξαίρεση σε αυτό αποτελεί η πρώτη σεζόν, στην οποία το budget πρέπει να ήταν περιορισμένο.

Αν και δημιουργός και παραγωγός της σειράς, ο Lucas δεν είχε περαιτέρω ανάμειξη στην σειρά, κάτι το οποίο λειτούργησε υπέρ της. Στα prequels του Star Wars ο σκοπός του σκηνοθέτη ήταν να ανατρέψει τις προσδοκίες που είχε δημιουργήσει η απλοϊκή διαμάχη ανάμεσα στο καλό και το κακό της πρώτης τριλογίας. Στην προσπάθεια του όμως να παρουσιάσει λιγότερο ευνοϊκά τους Jedi, έχασε την ισορροπία και τους έκανε εντελώς αντιπαθητικούς, διατηρώντας παράλληλα τους κακούς σε καρτουνίστικα επίπεδα. Ως αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα δύσκολο να υποστηρίξεις κάποιον στις ταινίες και να νοιαστείς για το τι συμβαίνει. Με το Lucas όμως μακριά από το σενάριο τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά.

Οι σεναριογράφοι της σειράς επιτυγχάνουν την κατάλληλη ισορροπία, δημιουργώντας συμπαθητικούς χαρακτήρες με ρεαλιστικά ελαττώματα. Αντί για τον βαρετό, μελαγχολικό σοφό ο Yoda είναι ξανά ο αλλόκοτος γέροντας που γνωρίσαμε στο Empire Strikes Back. Ο Obi-Wan λαμβάνει την αντιμετώπιση που του αξίζει, διαθέτοντας κάποια από τα πιο ενδιαφέροντα storyline της σειράς, τα οποία έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τις βαρετές αποστολές του στη ταινία. Μάλιστα έρχεται ξανά αντιμέτωπος με τον άνθρωπο που σκότωσε τον δάσκαλο του. Όπως καταλάβατε, όχι μόνο είναι ο Darth Maul στη σειρά, αλλά η επιστροφή του είναι όλα όσα δεν ξέρατε ποτέ ότι θέλετε. Οι δημιουργοί αναγνώρισαν πως, με τον θάνατο του, ο Maul ήταν μια χαμένη ευκαιρία για μια πιο προσωπική νέμεση του Kenobi. Έτσι τον ανέστησαν, δίνοντας του παράλληλα τον απαραίτητο χρόνο για να λάμψει και να εξελιχθεί σε κάτι πιο ουσιαστικό από τον badass πολεμιστή του Phantom Menace. Έτσι ο Darth Maul ξεκινά την αναζήτηση εκδίκησης για τον εξευτελισμό που η υπέστη στα χέρια του Obi-Wan. Η σύγκρουση τους είναι έντονη και αποτελεσματική, καθώς η ανάγκη του Obi-Wan να τιμωρήσει το θάνατο του Qui Gon δοκιμάζει τις αντοχές του και την πίστη του στο τρόπο ζωής τον Jedi.

Εξίσου σωστή διαχείριση γίνεται και στις δύο νέες προσθήκες στο ρόστερ χαρακτήρων, τις Ahsoka Tano και Ventress. Όντας μαθήτριες των Anakin και Count Dooku αντίστοιχα, οι δύο χαρακτήρες ψάχνουν να βρουν τον εαυτό τους, διότι νιώθουν ότι τα τάγματα των Jedi και Sith τις περιορίζουν. Η μεταξύ τους δυναμική και η προοπτική τους καταφέρνει να θολώσει τις έννοιες ανάμεσα στο καλό και το κακό πολύ πιο αποτελεσματικά από τους ρομποτικούς διαλόγους του Lucas. Αντί για τον εντελώς αφύσικο και βεβιασμένο τρόπο ομιλίας των prequel, οι χαρακτήρες μιλούν σαν κανονικοί άνθρωποι, με τους οποίους είναι εύκολο να ταυτιστείς. Δεν είναι όμως μόνο οι χαρακτήρες και ο διάλογοι βελτιωμένοι. Ακόμα και κάποια έξυπνα κόνσεπτ του Lucas έχουν χρόνο για να αναπτυχθούν. Παραδείγματος χάριν οι κλώνοι, που στη ταινία δεν είναι κάτι περισσότερο από φόντο, αποτελούν μερικούς από τους πιο ενδιαφέροντες χαρακτήρες της σειράς. Γινόμαστε μάρτυρες στις υπαρξιακές αμφιβολίες που δημιουργούνται εξαιτίας της φύσης τους, την ανάγκη τους για ατομικότητα και το παράπονο πως είναι εντελώς αναλώσιμοι. Παράλληλα, σε αποστολές με τους Jedi, βλέπουμε πως οι τελευταίοι τους αντιμετωπίζουν με σεβασμό και εκτίμηση, παλεύοντας για την ζωή κάθε κλώνου.

Εν τέλει όμως στο κέντρο όλων των γεγονότων και των συγκρούσεων είναι ο Anakin. Τα prequels είναι η ιστορία της μεταμόρφωσης του από ένδοξο πολεμιστή Jedi σε δεξί χέρι του αυτοκράτορα, μια ιστορία που θεωρητικά θα έπρεπε να είναι συναρπαστική και ενδιαφέρουσα. Το πρόβλημα όμως είναι ότι ο Anakin καθ’ όλη τη διάρκεια τριών ταινιών δεν καταφέρνει ποτέ να γίνει έστω και λίγο συμπαθής. Την περισσότερη ώρα δίνει την εντύπωση ενός ενοχλητικού κλαψιάρη με τις σεξουαλικές ορμές δεκατετράχρονου έφηβου. Ίσως στα κατάλληλα χέρια κάτι τέτοιο να μπορούσε να δουλέψει, αλλά θα χρειαζόταν χαρισματικότητα από τον πρωταγωνιστή για να παραμείνει συμπαθής. Δυστυχώς ο Hayden Christensen, αν και αδίκως στοχοποιημένος, δεν έχει το ταλέντο για να εξυψώσει τους ξύλινους διαλόγους και την κακή σκηνοθετική γραμμή του Lucas. Παρότι το κίνητρο του είναι σαφές, η αντιπαθητική προσωπικότητα του δεν σου επιτρέπει να ενδιαφερθείς και στερεί το συναισθηματικό αντίκτυπο που θα μπορούσε να είχε η στροφή του στη σκοτεινή πλευρά.

Σε πλήρης αντίθεση με τα παραπάνω έρχεται ο χαρακτήρας του Anakin στη σειρά. Είναι σαφέστατα πιο συμπαθητικός και ενδιαφέρων χαρακτήρας, καθώς σπανίως γκρινιάζει και είναι ιδιαίτερα ευρηματικός και αποφασιστικός. Η προσθήκη της Ahsoka του δίνει την δυνατότητα να δείξει πόσο ώριμος και ανιδιοτελής μπορεί να είναι ως δάσκαλος και του επιτρέπει να εκφράσει τις διαφωνίες του με τους Jedi με έναν πιο έξυπνο τρόπο. Επίσης η επιθυμία του να σώσει τους πάντες εξερευνάται εις βάθος και φανερώνεται το πόσο εγωιστική είναι και το που μπορεί να οδηγήσει αν φτάσει στα άκρα. Σημαντική βελτίωση αποτελεί και η σχέση του με τον Obi-Wan, διότι αφενός δεν τσακώνονται όλη την ώρα και δείχνουν σεβασμό ο ένας στον άλλο και αφετέρου μοιράζονται μια πληθώρα συναρπαστικών περιπετειών που τους δένουν ακόμα περισσότερο. Στα prequel, οι δύο χαρακτήρες είτε τσακωνόντουσαν διαρκώς είτε αναπολούσαν παλιές περιπέτειες που το κοινό δεν είχε καμία ευκαιρία να βιώσει. Έτσι η μεταξύ τους σχέση έμοιαζε περισσότερο ανταγωνιστική παρά με την βαθιά φιλία που περιέγραφε ο Obi-Wan στο A New Hope. Ειλικρινά λυπάμαι σκεπτόμενος ότι ο χαρακτήρας του Anakin από την σειρά θα εξελιχθεί στον ψυχάκια απ’ το Revenge of the Sith.

Αν είστε φαν του Star Wars θα κάνετε χάρη στον εαυτό σας με το να δείτε αυτή τη σειρά. Η δημοφιλία της είναι εντελώς δυσανάλογη της εξαιρετικής ποιότητας της και οι άνθρωποι που δούλεψαν σε αυτή έφεραν ένα πάθος και μια ενέργεια που τα prequels χρειαζόντουσαν απεγνωσμένα. Φυσικά δεν πρόκειται για την τέλεια σειρά. Με έξι κύκλους, είναι αναπόφευκτο να υπάρξουν κάποια κακά επεισόδια, τα οποία είναι ευτυχώς συγκεντρωμένα κατά κύριο λόγο στον πρώτο κύκλο. Το καλό όμως είναι ότι το Clone Wars πρόκειται για μια ανθολογία ιστοριών, που σημαίνει ότι τα επεισόδια δεν ακολουθούν χρονική σειρά. Επομένως αν δείτε μόνο τα καλά επεισόδια του πρώτου κύκλου και αποφύγετε οποιαδήποτε επαφή με τον Jar Jar, δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος να χαθείτε. Είτε πιστεύετε ότι τα prequels είναι το παρεξηγημένο αριστούργημα της εποχής μας, είτε θεωρείτε τις ταινίες έγκλημα στο κληροδότημα της αρχικής τριλογίας, μπορείτε να απολαύσετε το ίδιο το Clone Wars. Η σειρά διαθέτει ό,τι έχουμε μάθει να περιμένουμε από το μεγαλύτερο franchise όλων των εποχών: αξέχαστους χαρακτήρες, συναρπαστικές διαστημικές περιπέτειες και δυνατές συγκινήσεις.

Ορέστης

 

[vc_row][vc_column][thb_gap height=”45″][thb_postcarousel title_position=”bottom-title” columns=”3″ navigation=”true” source=”size:20|post_type:post”][thb_gap height=”45″][/vc_column][/vc_row]