The Promise | Χολιγουντιανό Μελόδραμα με φόντο την Γενοκτονία των Αρμενίων

Η γενοκτονία των Αρμενίων είναι ένα τραγικό, ιστορικό γεγονός, το οποίο δυστυχώς δεν έχει στον κινηματογράφο έκθεση αντίστοιχη με άλλες τραγωδίες της παγκόσμιας ιστορίας. Λέω δυστυχώς διότι πρόκειται για μια φρικαλεότητα που πολλοί εξακολουθούν να αγνοούν, ενώ η Τούρκικη κυβέρνηση ακόμα αρνείται. Έτσι η παρουσία των εξαιρετικά ταλαντούχων Oscar Isaac και Christian Bale σε ταινία με αυτό το θέμα ήταν μια ευχάριστη έκπληξη. Δεν μπορώ να πω το ίδιο και για το trailer, το οποίο αποκάλυψε ότι το The Promise πρόκειται για ένα ακόμα ρομάντζο που ανθίζει κατά τη διάρκεια μιας ιστορικής τραγωδίας, συνηθισμένη τακτική στην οποία καταφεύγει το Hollywood για να κάνει ένα δύσκολο θέμα πιο εύπεπτο. Βέβαια το να να ισορροπήσεις σωστά το ειδύλλιο με την ιστορική τραγωδία, δύο ετερόκλητα στοιχεία της ταινίας, απαιτεί τεράστια ικανότητα και σπάνια επιτυγχάνεται, όπως στην περίπτωση του Doctor Zhivago. Συνήθως το πιο ασφαλές και αποτελεσμάτικο είναι να ακολουθήσεις την τακτική της Καζαμπλάνκα και να επικεντρωθείς στο ένα από τα δύο στοιχεία- στην προκειμένη περίπτωση το ρομάντζο- και να το κάνεις καλά, αντί να αποπειραθείς να κάνεις και τα δύο με μέτρια αποτελέσματα. Με αυτές τις σκέψεις στο μυαλό μου, είχα αρκετά χαμηλές προσδοκίες ξεκινόντας το The Promise, αλλά ακόμα και έτσι η ταινία κατάφερε να με απογοητεύσει.

Ο Oscar Isaac υποδύεται τον Αρμένιο φαρμακοποιό Michael Boghosian, ο οποίος θα αρραβωνιαστεί μια κοπέλα του χωριού του ούτως ώστε να χρησιμοποιήσει την προίκα για να σπουδάσει Ιατρική στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί θα γνωρίσει την όμορφη Άνα, την οποία δεν θα αργήσει να ερωτευτεί και τον Αμερικανό δημοσιογράφο Chris, που ανακαλύπτει ότι η Τουρκική κυβέρνηση έχει ξεκινήσει την συστηματική εξόντωση των Αρμενίων. Η ταινία απ’ την αρχή υιοθετεί μια επεισοδιακή αφήγηση, με κάθε σκηνή να συνδέεται από λίγο έως καθόλου με την επόμενη και να δείχνει ξεκομμένες στιγμές από την ζωή των πρωταγωνιστών. Μια τέτοια επιλογή δεν είναι παράξενη για ταινίες βασισμένες σε αληθινά γεγονότα, μιας και οι πραγματικές ιστορίες δεν ακολουθούν τους κανόνες αφήγησης. Λαμβάνοντας υπόψιν όμως ότι οι κύριοι χαρακτήρες αποτελούν επινόηση του σεναριογράφου, δεν υπάρχει κανένας λόγος να θυσιαστεί η αφηγηματική ροή. Κάθε σκηνή ολοκληρώνεται υπερβολικά γρήγορα, δίχως να αφήνει κάποιο αντίκτυπο, ενώ φαίνεται να έχει σχεδόν διεκπεραιωτικό χαρακτήρα, καταλήγοντας έτσι σε μια ιστορία που εξελίσσεται βιαστικά, ενώ ταυτόχρονα μοιάζει να διαρκεί μια αιωνιότητα. Όταν στην μισή ώρα ξεκινά η γενοκτονία, μετά από ελάχιστη προοικονομία και μηδαμινή εξήγηση της σχέσης των Τούρκων με τους Αρμενιούς, είναι πολύ δύσκολο το κοινό να έχει αναπτύξει κάποια συναισθηματική σύνδεση με τους χαρακτήρες, πόσο μάλλον να νοιαστεί για την εντελώς ανούσια σχέση τους.

Παρά τις καλύτερες προσπάθειες των Isaac και Charlotte Le Bon, το ρομάντζο τους είναι σχεδόν όσο κοινότυπο και αδιάφορο όσο και οι χαρακτήρες τους. Ο Bale καταφέρνει να ανεβάσει λίγο το επίπεδο της ταινίας με την ερμηνεία του ηθικά ακέραιου, αλλά μάλλον αντιπαθητικού δημοσιογράφου, όμως ακόμα και αυτός δεν μπορεί να κάνει πολλά με το φτωχό υλικό που του έχει δοθεί. Μετά από το επιθετικά αδιάφορο ερωτικό τρίγωνο, θα περίμενε κανείς η ταινία να παρουσιάσει έστω μια πραγματικά σπαρακτική απεικόνιση της γενοκτονίας. Παρότι μπορώ να πω ότι δεν είναι απίθανος κάποιος να συγκινηθεί, δεν νομίζω ότι αυτό θα οφείλεται στις αρετές της ταινίας. Αντιθέτως θεωρώ πιο πιθανό η αποτυχία του έργου σε όλους σχεδόν τους τεχνικούς τομείς να καταστρέψει τις καλές προθέσεις του θεατή. Η επεισοδιακή αφήγηση συνεχίζεται με τα ίδια ακριβώς προβλήματα, μόνο που αυτή τη φορά μεταφερόμαστε σε διάφορες σκηνές βαρβαροτήτων που έχουν εκτελεστεί απείρως καλύτερα σε άλλες ταινίες.

Η σκηνοθεσία της ταινίας παραμένει για μένα ένα μεγάλο μυστήριο. Για να αποφασίσεις να κάνεις μια ταινία με θέμα την γενοκτονία των Αρμενίων, λογικά θα πρέπει να έχεις προσωπικό ενδιαφέρον για το αντικείμενο και να θες να το μοιραστείς με τον κόσμο. Δεν καταλαβαίνω λοιπόν πως γίνεται κάθε πλάνο να είναι πιο κοινό και αδιάφορο από το προηγούμενο. Η εντελώς επίπεδη σκηνοθεσία φανερώνει έλλειψη προσπάθειας και οράματος και σπάνια καταφέρνει να προσφέρει εικόνες με νόημα. Η μαγεία του κινηματογράφου, έγκειται στο γεγονός ότι μπορεί να μας ταξιδέψει στο χώρο και στο χρόνο, κάνοντας μας να βιώσουμε καταστάσεις σαν να ήμασταν εκεί. Το The Promise απ’ την άλλη αρκείται στο να μας δείξει απλά τα γεγονότα, περιμένοντας από εμάς να επενδύσουμε συναισθηματικά. Ακόμα και σε αυτή την πολύ απλή προσέγγιση ντοκιμαντέρ αποτυγχάνει.

Τα πανάκριβα σετ χαραμίζονται εξαιτίας της ανεξήγητα ερασιτεχνικής φωτογραφίας, η οποία συνθέτει όχι μόνο οπτικά μη ελκυστικές αλλά και ανυπόφορα φωτεινές εικόνες, που έρχονται σε πλήρη αντιδιαστολή με το θέμα της ταινίας. Υποθέτω ότι η ταινία έχει γυριστεί ψηφιακά, καθώς αυτό θα εξηγούσε την έλλειψη χαρακτήρα και φυσικότητας σε κάθε εικόνα. Προσθέστε σε αυτό και τους υπερβολικά καθαρούς, ψεύτικους ήχους του sound design και έχετε μια μια ολότελα τεχνητή εμπειρία, που θυμίζει περισσότερο σαπουνόπερα παρά ταινία κόστους 90 εκατομμύριων. Αν όλα τα παραπάνω δεν έχουν διαλύσει ακόμα την συγκέντρωσή σας στην ιστορία, το άγαρμπο editing είναι βέβαιο ότι θα τα καταφέρει. Πέρα από τις ατσούμπαλες μεταβιβάσεις από τη μια σκηνή στην άλλη, έχουμε και πολλαπλά αχρείαστα κοψίματα μαζί με λάθη συνέχειας που το μόνο που καταφέρνουν είναι να αποσπάσουν την προσοχή του κοινού.

Εν τέλει το The Promise δεν διαφέρει και τόσο από τον τίτλο του. Είναι μια ταινία ανέμπνευστη και δίχως χαρακτήρα και όλες οι καλές προθέσεις του κόσμου δεν μπορούν να το αλλάξουν αυτό. Το ιστορικό έπος απεικονίζει μια ιστορία που εκτυλίσσεται σε βάθος πολλών χρόνων, αλλά σε δύο ολόκληρες ώρες δεν καταφέρνει να απαθανατίσει ούτε το πέρασμα του χρόνου, ούτε την τεράστια κλίμακα της τραγωδίας. Το μόνο που καταφέρνει η μεγάλη διάρκειά της είναι να διογκώσει τα ήδη υπάρχοντα προβλήματα της αδιάφορης ιστορίας, οδηγώντας έτσι σε μια από τις πιο βαρετές ταινίες της χρονιάς. Τουλάχιστον χάρις στο δημοφιλές καστ, το έργο θα προσελκύσει περισσότερη προσοχή στην εξόντωση 1,5 εκατομμύριου Αρμενίων. Όταν μιλάμε όμως για μια πραγματικά αξιόλογη απεικόνιση της γενοκτονίας στο mainstream κινηματογράφο, θα πρέπει να περιμένουμε. Αν δεν είστε διαθέσιμοι να αγνοήσετε το εντελώς κοινότυπο ρομάντζο και τα πολλά τεχνικά σφάλματα, για να δείτε τι συνέβη τις μοιραίες εκείνες μέρες, σας προτείνω να αποφύγετε την ταινία.

Βαθμολογία: 3/10

Ορέστης

 

[vc_row][vc_column][thb_gap height=”45″][thb_postcarousel title_position=”bottom-title” columns=”3″ navigation=”true” source=”size:20|post_type:post”][thb_gap height=”45″][/vc_column][/vc_row]